"Στάθηκα εκεί στην άκρη της ανηφοριάς να ζωγραφίσω. Το τοπίο είναι δύσκολο και απαιτητικό. Δεν σου ζητάεει μόνο τη ματιά, θέλει και την ψυχή σου. Θέλει τη φαντασία σου, γνώση της ιστορίας για να κατονομάσει τους υπαιτίους και να μοιράσει τις ευθύνες στο σεισμό, τον πειρατή ή το ηφαίστειο. Κοίταξα πολύ ώρα ακόμα. Προσεχτικά. Κάθησα σε μια πέτρα να ετοιμάσω τα χρώματα και τα χαρτιά μου κι όταν ξαναγύρισα να ξαναδώ το θέμα για να αρχίσω, είδα ανάμεσά μας… το παρελθόν."
Πάρις Πρέκας στο Δ.Ταλιάνη: « Η Σαντορίνη και η Θάλασσα έτεκε γην».
… Θυμάμαι τη λαχτάρα μου να αντικρύσω στον ορίζοντα το νησί, καθώς το βαπόρι σαλπάρισε από τη Νιό με ρότα τη Σαντορίνη, όταν ξαφνικά πρόβαλε σαν ένας κατάμαυρος όγκος μέσα από μια μαύρη κυματωδή θάλασσα στο χάραγμα της αυγής. Θυμάμαι τη λαχτάρα μου να δέσουμε στα Φηρά το Γιαλό, να βγούμε στη στεριά και να φθάσουμε στον Πύργο, που τον ήξερα από τις διηγήσεις των δικών μου. Ο ήλιος δεν είχε ακόμα ανατείλει στο Γιαλό, όταν δέσαμε στη σημαδούρα, όποτε η Καλντέρα παρέμεινε ακόμα κατακόκκινη. Θυμάμαι το τσουχτερό κρύο στο λιμάνι, τη μυρωδιά της ντομάτας από τη φάμπρικα του Γιαλού και τη γεύση της αρμύρας στο στόμα μου από τον αφρό του κύματος που έσκαγε στη στεριά…… Θέε μου τι ανείπτωτη ομορφιά και τι συγκίνηση για μένα τον ξενιτεμένο που είχα αγαπήσει τη Σαντορίνη, χωρίς ακόμα να την έχω γνωρίσει….»
Αντώνιος Κονταράτος, « Σαντορίνη Πύργος και ΑΘηνιός, αναμνηστικές φωτογραφίες πριν από το σεισμό του 1956».
« Όπου και να στρεφα την έβλεπα μπροστά μου. Άλλοτε την παρομοιάζα με γυναίκα φτωχή, κατατρεγμένη κι ανυπεράσπιστη, κι άλλοτε τη φανταζόμουν να θραύει το κέλυφος της άσπας και να αναδύεται, κόρη πανέμορφη με πλούσιους βοστρύχους και αρχαική αισθήτα, σαν τη « ΧαιροπόλειỨ, στεφανωμένη με ήλιους και φεγγάρια του νησιού μας, και αυγουστιάτικους αστερισμούς. Από τότε θαρρώ είχα αρχίσει να νοσταλγώ το νησί όταν ήμουνα μακριά του, να νοιώθω μιαν απέραντη αγάπη για κάθε σπιθαμή της γης του για κάθε του μαυρόπετρα ή χοχλιδί του γιαλού. Έτσι αργότερα, ανασκαλεύοντας στους πίθους των αναμνήσεων, ζούσα κάθε μέρα και πιο έντονα την παρουσία του.
Γουλιελμία Συρίγου – Μονιούδη : « Η Σαντορίνη μου» Εκδόσεις Θηραϊκά Νέα
πηγή:Santorinios
Πάρις Πρέκας στο Δ.Ταλιάνη: « Η Σαντορίνη και η Θάλασσα έτεκε γην».
… Θυμάμαι τη λαχτάρα μου να αντικρύσω στον ορίζοντα το νησί, καθώς το βαπόρι σαλπάρισε από τη Νιό με ρότα τη Σαντορίνη, όταν ξαφνικά πρόβαλε σαν ένας κατάμαυρος όγκος μέσα από μια μαύρη κυματωδή θάλασσα στο χάραγμα της αυγής. Θυμάμαι τη λαχτάρα μου να δέσουμε στα Φηρά το Γιαλό, να βγούμε στη στεριά και να φθάσουμε στον Πύργο, που τον ήξερα από τις διηγήσεις των δικών μου. Ο ήλιος δεν είχε ακόμα ανατείλει στο Γιαλό, όταν δέσαμε στη σημαδούρα, όποτε η Καλντέρα παρέμεινε ακόμα κατακόκκινη. Θυμάμαι το τσουχτερό κρύο στο λιμάνι, τη μυρωδιά της ντομάτας από τη φάμπρικα του Γιαλού και τη γεύση της αρμύρας στο στόμα μου από τον αφρό του κύματος που έσκαγε στη στεριά…… Θέε μου τι ανείπτωτη ομορφιά και τι συγκίνηση για μένα τον ξενιτεμένο που είχα αγαπήσει τη Σαντορίνη, χωρίς ακόμα να την έχω γνωρίσει….»
Αντώνιος Κονταράτος, « Σαντορίνη Πύργος και ΑΘηνιός, αναμνηστικές φωτογραφίες πριν από το σεισμό του 1956».
« Όπου και να στρεφα την έβλεπα μπροστά μου. Άλλοτε την παρομοιάζα με γυναίκα φτωχή, κατατρεγμένη κι ανυπεράσπιστη, κι άλλοτε τη φανταζόμουν να θραύει το κέλυφος της άσπας και να αναδύεται, κόρη πανέμορφη με πλούσιους βοστρύχους και αρχαική αισθήτα, σαν τη « ΧαιροπόλειỨ, στεφανωμένη με ήλιους και φεγγάρια του νησιού μας, και αυγουστιάτικους αστερισμούς. Από τότε θαρρώ είχα αρχίσει να νοσταλγώ το νησί όταν ήμουνα μακριά του, να νοιώθω μιαν απέραντη αγάπη για κάθε σπιθαμή της γης του για κάθε του μαυρόπετρα ή χοχλιδί του γιαλού. Έτσι αργότερα, ανασκαλεύοντας στους πίθους των αναμνήσεων, ζούσα κάθε μέρα και πιο έντονα την παρουσία του.
Γουλιελμία Συρίγου – Μονιούδη : « Η Σαντορίνη μου» Εκδόσεις Θηραϊκά Νέα
πηγή:Santorinios
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου