Πολλές συζητήσεις έχει προκαλέσει, και θα συνεχίσει να προκαλεί, η υλοποίηση του «Νέου Σχολείου» και των νέων «Ψηφιακών Τάξεων». Στο βωμό του εκσυγχρονισμού και της πλήρης εναρμόνισης με τα «πετυχημένα» εκπαιδευτικά συστήματα ευρωπαϊκών και μη χωρών, το σημερινό σχολείο αλλάζει όψη. Οι αλλαγές που προτείνονται έχουν σχέση με το σχολικό περιβάλλον, τον εκπαιδευτικό ενώ σαν πρόταγμα του «Νέου Σχολείου» τίθεται ο μαθητής.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, οι σχολικές τάξεις θα στελεχωθούν σταδιακά με νέα τεχνολογικά μέσα, όπως διαδραστικούς πίνακες, ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό, προσωπικούς υπολογιστές για κάθε μαθητή κ.α. Έτσι θα δημιουργηθούν τάξεις χωρίς τοίχους, τάξεις ευρυζωνικές, τάξεις οι οποίες θα μετατραπούν σε μαθησιακά θέλγητρα για τους μαθητές όλων των ηλικιών. Παράλληλα θα τροποποιηθεί η ύλη των μαθημάτων (π.χ. θα μειωθεί η ύλη σε ορισμένα μαθήματα), θα υπάρξουν νέα διδακτικά αντικείμενα, όπως υπολογιστές και ξένες γλώσσες από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού (που σήμερα δεν υπάρχουν), που θα οδηγούν σε κρατικό πιστοποιητικό γλωσσομάθειας. Επιπλέον θα διευρυνθεί το ωράριο των σχολείων με την ενσωμάτωση του ολοήμερου σχολείου και τη δημιουργία ενός ενιαίου ολοήμερου σχολείου. Τέλος, οι αλλαγές ολοκληρώνονται (σε επίπεδο μαθησιακής πράξης και εκπαιδευτικών) με τη δημιουργία νέων αναλυτικών προγραμμάτων, νέων μεθόδων διδασκαλίας, καθιέρωση πιστοποιητικού παιδαγωγικής επάρκειας για τους εκπαιδευτικούς, θέσπιση αξιολόγησης των σχολικών μονάδων κ.α.
Κάνοντας μια πρώτη ανάγνωση των παραπάνω, αντιλαμβάνεται κανείς ότι γίνεται μια προσπάθεια αλλαγής του σχολείου και της εκπαιδευτικής πράξης δίχως τον απαιτούμενο σχεδιασμό και με μια γενικόλογη και ασαφή ρητορική. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει η τάση αντιγραφής πλειάδας στοιχείων του εκπαιδευτικού συστήματος άλλων χωρών (πράγμα που δεν είναι μεμπτό), δίχως όμως να αναγνωρίζεται η ανάγκη διαμόρφωσης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που θα οδηγήσουν σε επιτυχία το νέο θεσμό. Ο σχεδιασμός, του «Νέου Σχολείου», εξαντλείται στη μορφή και όχι στην ουσία. Το σχολείο αλλάζει σε όψη αλλά όχι σε νοοτροπία και κουλτούρα. Σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα, ευρωπαϊκών και μη χωρών, υπάρχει αντιστοιχία εκπαιδευτικής πράξης και κοινωνικοπολιτικών συνθηκών (σε όποιες χώρες συμβαίνει αυτό έχει πετύχει π.χ. στη Φιλανδία), πράγμα το οποίο στην Ελλάδα δεν συμβαίνει.
Δυστυχώς, οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις στη χώρα μας έπαιρναν ανέκαθεν άλλη τροπή. Γίνονται αλλαγές στους θεσμούς δίχως να υπολογίζονται οι κοινωνικές ανάγκες της εκάστοτε εποχής. Οι αλλαγές αυτές γίνονται σύμφωνα με τα κοινωνικά δεδομένα άλλων χωρών δίχως να υπάρξει προσπάθεια, από την ελληνική πολιτεία, να αναγνωστεί η πραγματική ανάγκη της κοινωνίας μας. Έτσι καταλήγει να υπάρχει π.χ. ένα εκπαιδευτικό σύστημα με στοιχεία τέτοια που ανήκουν σε άλλα κοινωνικά δεδομένα. Για να μην καταντήσει το Νέο Σχολείο σαν το «παπούτσι του Ξενοκράτη» χρειάζεται πραγματική επιστημονική έρευνα από το υπουργείο Παιδείας σε συνεργασία με όλους τους εγχώριους επιστημονικούς φορείς και επιστημονικούς συνεργάτες.
Σήμερα υπάρχει, ίσως όσο ποτέ άλλοτε, ανάγκη αλλαγής του σχολείου αλλά όχι σε αυτή την κατεύθυνση. Το ελληνικό σχολείο δεν μπορεί να λειτουργεί πειραματικά. Ας πάψουν επιτέλους, οι εκάστοτε ιθύνοντες, να πειραματίζονται πάνω στα νέα παιδιά και τη νέα γενιά. Δεν μπορεί να υπάρξει «Νέο Σχολείο» δίχως αδιάκοπη, συνεχή, ορθολογική αντιμετώπιση των βασικών ζητημάτων-προβλημάτων της εκπαίδευσης, πέρα από μικροπολιτικές σκοπιμότητες από τους εκάστοτε κυβερνητικούς και μη φορείς.
Βασικός παράγοντας που θα στηρίξει και θα σηκώσει στους ώμους του το «άλλο σχολείο» είναι ο δάσκαλος-εκπαιδευτικός. Πώς μπορεί, όμως, να υλοποιηθεί «Νέο Σχολείο» με οικονομικά και κοινωνικά εξαθλιωμένους δασκάλους-εκπαιδευτικούς; Πώς μπορεί να υπάρξει αλλαγή στο σχολείο, όταν από τον Σεπτέμβριο του 2010 αυξάνεται ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τάξη από 25 σε 30 μαθητές; Πώς θα υπάρξει αναβάθμιση της εκπαίδευσης με μείωση στο 50% των μόνιμων διορισμών και στο 70% της πρόσληψης αναπληρωτών;
Ας αναλογιστούμε το μέγεθος του προβλήματος που θα προκύψει, αφού τα περισσότερα δημοτικά σχολεία της υπαίθρου, καθώς και τα ολοήμερα σχολεία των πόλεων, λειτουργούν κατά κόρον με αναπληρωτές. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι εκπαιδευτικό αλλά καθαρά κοινωνικό. Αφορά τον κάθε πολίτη, αφορά τον κάθε άνθρωπο. Από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο με τις μειώσεις των εκπαιδευτικών διορισμών, είναι βέβαιο ότι τα περισσότερα ολοήμερα σχολεία δεν θα λειτουργήσουν ενώ πολλά από τα πρωινά προγράμματα θα υπολειτουργούν. Η παιδοκεντρική εκπαιδευτική πολιτική δεν θα έπρεπε να εξαντλείται στις εξαγγελίες του αρμοδίου υπουργείου αλλά να γίνεται πράξη.
Αντί αυτού όμως βλέπουμε τη «Νέα Οικονομική Κρίση», η οποία δεν οφείλεται στους νέους, να την υπόκεινται η νέα γενιά με τις ασύστολες περικοπές στην εκπαίδευση. Τη ληστεία του δημοσίου χρήματος τη χρεώνουν, δίχως να ειπωθεί ευθέως, στις επόμενες γενιές. Το σχολείο, ενώ σε όψη εκσυγχρονίζεται, σε πρακτικό επίπεδο επιστρέφει πολλές δεκαετίες πίσω.
Το «Νέο Σχολείο» λειτουργεί, επομένως, ως προκρούστεια κλίνη διαμορφώνοντας ένα σχολείο στα μέτρα ορισμένων «ειδικών» του υπουργείου Παιδείας, δίχως να αναλογίζονται τα προβλήματα που θα προκύψουν για τους μαθητές. Έτσι κατακερματίζεται το «Παλιό Σχολείο» διατηρώντας ό,τι θεωρείται σκόπιμο, ενώ παράλληλα εξουθενωμένος ο εκπαιδευτικός οικονομικά και κοινωνικά, ωθείται να ανταπεξέλθει στις ολοένα και αυξημένες εκπαιδευτικές και οικονομικές υποχρεώσεις του με φιλότιμο και μπόλικο κουράγιο.
Η κατάσταση αυτή, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει μοιραία σε εκπτώσεις από τη μαθησιακή διαδικασία. Συμπερασματικά, λοιπόν, δίχως την απαραίτητη προετοιμασία (έρευνες και προσαρμογή στα ελληνικά κοινωνικά δεδομένα) και την υποστήριξη των εκπαιδευτικών σε οικονομικό, διδακτικό (θέσπιση επιμόρφωσης για όλους τους εμπλεκόμενους στην εκπαίδευση) και κοινωνικό επίπεδο (όχι με φιέστες δήθεν καινοτόμων εκπαιδευτικών στα πρότυπα καλλιστείων και αμερικανικών Top 100), το «Νέο Σχολείο» θα παρακμάσει και θα οδηγηθεί σε πλήρη αποτυχία με χαμένους τα νέα παιδιά και τη μετέπειτα ελληνική κοινωνία.
* Ο Γιώργος Τρούλης είναι δάσκαλος στο 6ο Δ.Σ. Ρεθύμνου MSc στις Επιστήμες της Αγωγής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου