« Τ ΄Αη Γιαννιου του γυαλιστή που βάνουν τα ακληδόνοι βάνω και εγώ ακλήδονα τον άμμο χελιδόνι», αναφέρει σε μία από τις παραλλαγές του Κλήδονα στο νησί ο Γιώργος Βενετσάνος στο βιβλίο του «Λαογραφικά Σαντορίνης – Παραδόσεις|».
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη παραλλαγή, από τη στάχτη της «αφωταρίδας» που άναψε το βράδυ της παραμονής του Αγίου Ιωάννου, η κοπελιά παίρνει ένα μέρος και την κοσκινίζει απέναντι από το βουνό του Προφήτη Ηλία. Συγχρόνως λέει την παραπάνω μαντινάδα, ενώ το πρωι παρατηρεί την επιφάνεια της στάχτης. Φυσικά όπως είναι απλωμένη, δημιουργείται κάποιο γράμμα , και προσπαθεί να συμπεράνει ποιο θα είναι το όνομα του μέλλοντος συζύγου της.
Αιτία του πανάρχαιου αυτού εθίμου είναι η έγνοια των κοριτσιών ποιος θα είναι ο μέλλοντας συζυγός τους. Είναι ένα είδος νεοελληνικής μαντείας που γίνεται παραμονή και ανήμερα του Αγίου Ιωάννου ( 23 και 24 Ιουνίου), μιας και είναι και κοντά στο θερινο ήλιοστάσιο ( 22 Ιουνίου).
Στη Σαντορίνη, το έθιμο της αφωταρίδας είχε και άλλον ένα σκοπό: οι χωρικοί πιστεύανε ότι με τον καπνό της φωτιάς θα φεύγανε και οι ψύλλοι.
Ο Μάρκος Αβ. Ρούσσος γράφει στο βιβλίο του « Σαντορίνη Ήθη Έθιμα και Παραδόσεις» σελ 98: «Μία από τις κοπέλλες ξεκινούσε για το κοντινό πηγάδι ή για κάποια ψυσικαριά ( Ας μου επιτραπεί να συμπληρώσω ότι εννοεί στέρνες ή ψυσικαριές και όχι πηγάδια), για να φέρει το αμίλητο νερό. Η κοπελλιά που θα πάει να φέρει το νερό από τηνώρα που θα ξεκινήσει από το χωριό μέχρι να επιστρέψει να μη μιλήσει σε κανένα. Αν λάχει και πάει για πρώτη φορά, τότε μια άλλη χωριανή θα της μινήσει :
« Θόργιε και γροίκα ίντα σου λέω, στα ριμύδια που θα πορπατάς, στα αμπασές, στα ρομάνια και στις βασσαλείες που θαμπεις τσι τσοίχοι και τσι τράφοι που θα σαλτάρεις, ούτε σε άνθρωπο, ούτε σε πουλί πετούμενο δεν θα μιλήσει. Όγιος σου ποντήξη τσιμουδιά. Και να χης το σου να μην παραλογιάσης. Ξάνοιε να μη σου φύει το αγκλίστήρι την ώρα που θα αγκλής και μη ριγκλιάσεις το κουκουμάρι, για να μη χυθεί το νερό στη στράτα σου.»
Με αυτές τις οδηγίες έφευγε η κοπέλλα για να φέρει τα αμίλητο νερό. Όταν αναχωρούσε, τα άλλα κορίτσια του χωριου, ήταν συγκεντρωμένα σ ένα μέρος. Όλες είχαν από ένα αντικείμενο, όπως ένα δακτυλίδι, η οτιδηποτε,για να το ρίξουν στο δοχείο με το αμίλητο νερό. Ακολούθως συνεχίζεται το έθιμο όπως σε όλες τις άλλες περιοχές.
Χαρακτηριστικές είναι οι μικροσυνήθεις που αλλάζουν από χωριό σε χωριό. Γράφει η Γουλιελμία Συρίγου στο βιβλίο της « Η Σαντορίνη μου»:
Στο Νιμπορειό οι θυγατέρες κόβανε την παραμονή δυο τρία αγκάθια με το μπλε ανθό, τα ονομάτιζαν με πρόσωπα που είχαν κάποια θέση στην καρδιά τους, δένοντας χρωματιστές κορδέλες για να τα ξεχωρίζουν και τα βάζανε κοντά στην πυρά. Τστερα τα παίρνανε τα βάζανε στο βορεινό κουντούτο και όποιο ήταν πιο δροσερο την επόμενη μέρα, αυτός θα ήταν το «ριζικό» τους.
Στο Μεγαλοχωριό, πάλι την παραμονή έπαιρνε η κοπέλα νερό από τρεις Μαρίες χωρίς να μιλά, το ριχνε σ ένα μπουκαλάκι, έβαζε και το ασπράδι ενός αυγού μ ένα γαρύφαλλο ή ένα τριαντάφυλλο και το άφηνε όλη νύχτα έξω αν βλέπει την ανατολή. Ανήμερα της εορτής προσπαθούσε μέσα από τις κόρδες που έκανε το ασπράδι ποιον θα πάρει: Ναυτικό όταν διάκρινε καράβι, γαιδουρολάτη όταν αυτό που έμοιαζε ήταν σαν κρανιά.
Υπάρχουν πάρα πολλά στιχάκια που λέγονται στη Σαντορίνη την περίοδο της εορτής του Αγιου Ιωάννη.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου