Ἐμμανουὴλ Διονύσιος καὶ Χριστίνα
Ἔχω μεγάλο τράκ. Μὲ ἔχουν φωνάξει μέσα νὰ δῶ τὴ νεογέννητη κόρη μου καὶ δὲν μπορῶ νὰ κάνω βῆμα. «Πήγαινε, Διονύση!», ἀκούω τοὺς δικούς μου. Ὅλη ἡ οἰκογένεια σὲ πελάγη εὐτυχίας, ὁ ἀδελφός μου μὲ τὴν κάμερα νὰ «τραβάει» τὰ πάντα. Μπαίνω καὶ βλέπω τὸ παιδί. Ἔρχονται καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ὅλοι νὰ σᾶς ζήσει, συγκίνηση, χαρά, σοῦ μοιάζει, τῆς μοιάζει... Νιώθω ὅτι τὸ παιδὶ κάτι ἔχει. Σκέφτομαι ὅτι θὰ εἶναι ἀπὸ τὸν τοκετό. Βλέπω ἀπὸ μακριὰ τὸν γιατρὸ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ χειρουργεῖο μὲ τὴ ρόμπα. Παρατάω τὸ παιδὶ καὶ τοὺς ὑπόλοιπους, τρέχω καὶ τὸν ρωτάω «γιατρέ, τί ἔχει τὸ παιδί;». Μοῦ ἀπαντάει. «Τίποτε δὲν ἔχει». Γιὰ νὰ τὸ λέει ὁ γιατρός, ὅλα θὰ εἶναι μιὰ χαρά. Σὲ λίγο βλέπω καὶ τὴ γυναίκα μου ποὺ μόλις ἔχει βγεῖ ἀπὸ τὸ χειρουργεῖο. Εἴμαστε εὐτυχισμένοι.
Μὲ φωνάζουν στὴν ἐντατική. Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω γιατί. Ὅλα εἶναι μιὰ χαρά, τί γυρεύει τὸ παιδί μου στὴν ἐντατική; Τὴ στιγμὴ ποὺ φοράω τὴ ρόμπα γιὰ νὰ μπῶ μέσα βλέπω τὸν γιατρὸ μὲ κάποια νεογνολόγο καὶ κάτι σὰν νὰ λένε: «Τοῦ τὸ εἶπες;». Ἡ νεογνολόγος ἔχει ἀρχίσει νὰ λέει: «Μὴν ἀνησυχεῖτε, γεννήθηκε μὲ ἕνα πρόβλημα, ὑπάρχουν ὅμως ἱδρύματα καὶ εἰδικὰ σχολεῖα». Δὲν προλαβαίνω νὰ σκεφτῶ. Ἀνοίγω μία πόρτα, ἀρχίζω νὰ κατεβαίνω σκάλες, βρίσκομαι ἔξω ἀπὸ τὸ μαιευτήριο. Πάω καὶ κάθομαι δίπλα σὲ κάτι σύρματα. Δὲν εἶναι μόνο πανικός. Εἶναι φόβος, εἶναι στενοχώρια, εἶναι θάνατος.
Κάποια στιγμὴ συνειδητοποιῶ ὅτι ἡ Χριστίνα, ἡ γυναίκα μου, εἶναι ἀκόμη μέσα στὴν ἀνάνηψη καὶ τρέχω νὰ τῆς μιλήσω. Οἱ ἄλλοι μὲ πείθουν νὰ μὴν τῆς μιλήσω ἀκόμη. Τὴν ἀνεβάζουν ἐπάνω, στὸ δωμάτιό της. Ἐκείνη ταλαιπωρημένη ἀλλὰ στὸν ἕβδομο οὐρανό. Ὅλοι ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι «μαγκωμένοι». Οὔτε λουλούδια οὔτε μπαλόνια οὔτε τίποτε. Κάθε τόσο ἕνας - ἕνας βγαίνουμε ἔξω, δῆθεν νὰ πᾶμε νὰ κάνουμε τσιγάρο.
Κανονίζουμε νὰ τῆς τὸ ποῦμε τὸ ἑπόμενο πρωὶ ἐγὼ καὶ ὁ γιατρός. Μπαίνουμε στὸ δωμάτιο τῆς Χριστίνας. Ὁ γιατρὸς τῆς λέει: «Γέννησες ἕνα κορίτσι ποὺ δὲν θὰ εἶναι ὄμορφο σὰν τὴ Σοφία Λόρεν». Ἡ γυναίκα μου δὲν καταλαβαίνει. Τοῦ ἀπαντάει: «Γιὰ τὰ δικά σου μάτια. Γιὰ τὰ δικά μου μάτια εἶναι τὸ ὀμορφότερο κορίτσι τοῦ κόσμου». Ὁ γιατρὸς συνεχίζει νὰ λέει μποῦρδες. Τοῦ λέει «σταμάτα». Προσπαθῶ νὰ τῆς ἐξηγήσω.
Ἡ γυναίκα μου ζητεῖ φάρμακα γιὰ νὰ «κόψει» τὸ γάλα. Δὲν θέλει οὔτε νὰ θηλάσει οὔτε νὰ δεῖ τὸ παιδί. Ἔχει μία ἀπόλυτη ἄρνηση. Ἐγὼ τὸ ἴδιο. Πρέπει νὰ ἀποφασίσουμε τί θὰ κάνουμε. Ἔχουμε ἐγκλωβιστεῖ, δὲν σηκώνουμε τὰ τηλέφωνα, ἡ μοναδικὴ λέξη ποὺ ἀκούγεται εἶναι ἡ λέξη «ἵδρυμα». Πηγαίνουμε καὶ βλέπουμε κάποια τέτοια ἱδρύματα. Ἀντικρίζουμε τρομερὰ πράγματα ἐκεῖ μέσα. Στὸ μαιευτήριο δὲν δείχνουν τὴν παραμικρὴ εὐαισθησία. Θέλουν νὰ μᾶς περάσουν αὐτὸ τὸ «Νέοι εἶστε ἀκόμη, μὴ χαραμίσετε τὴ ζωή σας...». Στὴν ἐντατικὴ ὅπου θὰ μείνει τὸ παιδὶ 14 ὁλόκληρες ἡμέρες τὸ ἔχουν δίπλα ἀπὸ τὸν κάδο μὲ τὰ σκουπίδια. Μᾶς προτείνουν καὶ μία ἄλλη λύση: εὐθανασία. Μᾶς δίνουν καὶ τὸ τηλέφωνο μιᾶς κλινικῆς.
Ὅλα αὐτὰ τελείωσαν τὴν πρώτη φορὰ ποὺ τὴν πήραμε ἀγκαλιά. Ὅλες τὶς ἡμέρες στὸ μαιευτήριο μᾶς εἶχαν φτιάξει τὴν εἰκόνα ἑνὸς παιδιοῦ τὸ ὁποῖο δὲν θὰ ζήσει, δὲν θὰ περπατήσει, δὲν ἀκούει, ἔχει πρόβλημα στὴν καρδιὰ κ.λπ. Αὐτὸ τὸ παιδὶ δὲν ἦταν ἕνα «δέν», ἕνα τέρας. Τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἴσχυε. Τὸ παιδί μας καὶ περπατάει καὶ ἀκούει καὶ βλέπει καὶ παίζει καὶ γελάει. Ἔχει Σύνδρομο Down. Μόλις 28 ἐτῶν ἡ γυναίκα μου, ἦταν αὐτὴ ἡ μία στὶς 9.500. Ἐμεῖς δὲν ἔχουμε πρόβλημα, οἱ ἄλλοι μᾶς τὸ δημιουργοῦν. Θὰ τὸ παλέψουμε. Μερικὲς φορὲς τὴν κοιτάζουμε καὶ νιώθουμε ἐνοχὲς γι' αὐτὰ ποὺ μᾶς εἶχαν πείσει νὰ σκεφτόμαστε τότε. Σήμερα ἡ Ἀναστασία μας εἶναι 22 μηνῶν.
πηγή: Περί γάμου μαρτυρίες
Το Θέμα είναι Πολύ Λεπτό!!!Δυστυχώς σε Αυτό το Θέμα Υπάρχει Μεγάλη Προκατάληψη!!!Δύσκολο Θέμα Όντως!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή